Werner Bonefeld: Ο αντικαπιταλισμός και τα στοιχεία του αντισημιτισμού (απόσπασμα)

πηγή: shades magazine

Με αφορμή τα γεγονότα στο Αμβούργο, δυο λόγια για τον φετιχοποιημένο αντικαπιταλισμό, τον (δεξιό κι αριστερό) εθνικισμό της αντιπαγκοσμιοποίησης και το καταφύγιο που αναζητεί στην εθνική οικονομία. Δημοσιεύουμε ένα απόσπασμα απο το βιβλίο του Werner Bonefeld Critical Theory and the Critique of Political Economy σελ, 196-197, από το κεφάλαιο “Anti-capitalism and the elements of antisemitism: On theology and real abstractions”

«Ενώ κάθε μεμονωμένο άτομο “κυριαρχείται από αφαιρέσεις“, οι ιδιοκτήτες μεγάλου πλούτου βιώνουν αυτή την κυριαρχία σαν μια πηγή μεγάλου πλουτισμού και εξουσίας. Σ’ αυτό το πλαίσιο, ο Χορκχάιμερ κι ο Αντόρνο έχουν ισχυριστεί ότι οι “κυρίαρχοι” είναι ασφαλείς όσο οι “κυριαρχούμενοι” αγωνίζονται υπό το ξόρκι του ανεστραμμένου κόσμου στον οποίο, λέει, οι αιτίες της χρηματοπιστωτικής κρίσης, της οικονομικής ύφεσης και των συνθηκών της λιτότητας αποδίδονται στην άπληστη συμπεριφορά αναγνωρίσιμων μεμονωμένων ατόμων. Αυτή η δεσμευμένη από το ξόρκι κριτική του καπιταλισμού απαιτεί περισσότερο από το τάδε και λιγότερο από το δείνα. Επιρρίπτει κατηγορίες και ισχυρίζεται ότι γνωρίζει “πως να διορθώσει τα πράγματα”. Επικρίνει, απορρίπτει και καταδικάζει την κερδοσκοπική συνείδηση του καπιταλιστή και την απληστία του κερδοσκόπου αντί των καπιταλιστικά οργανωμένων σχέσεων της κοινωνικής αναπαραγωγής. Δηλαδή, η κριτική του καπιταλιστή εκδηλώνεται σαν μια διεκδίκηση για έναν καλύτερο καπιταλισμό, για έναν καπιταλισμό που θα λειτουργεί για τα συμφέροντα των “εργατών”.

Η κριτική του Μαρξ προς τον Προυντόν εστιάζει σ’ αυτό το απλό σημείο. Ο Προυντόν υποκατέστησε την κριτική του καπιταλισμού με μια κριτική του καπιταλιστή, επιδιώκοντας να απελευθερώσει το κεφάλαιο από τον καπιταλιστή ώστε να χρησιμοποιήσει την οικονομική δύναμη του κεφαλαίου προς όφελος μια καλά οργανωμένης κοινωνίας, επενδύοντας στην κοινωνία.

Η κριτική του καπιταλιστή όχι μόνο αφήνει την κατηγορία του κεφαλαίου πλήρως άθικτη, αλλά εξυψώνει επίσης το “κεφάλαιο” σε ένα αντικείμενο πέραν κριτικής. Αντί μιας κριτικής των καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων, ταυτοποιεί την ένοχη πλευρά, την καταδικάζει και απαιτεί την κρατική παρέμβαση για την επίλυση των ζητημάτων. Έτσι, αποδίδει τις καπιταλιστικές συνθήκες στη συνειδητή δραστηριότητα κάποιων αναγνωρίσιμων μεμονωμένων ατόμων, οι οποίοι δεν εμφανίζονται πλέον ως η προσωποποίηση των οικονομικών κατηγοριών αλλά, αντ’ αυτού, ως το εξατομικευμένο υποκείμενο της εξαθλίωσης. Αυτή η εξατομίκευση των οικονομικών κατηγοριών συνεπάγεται μια σειρά διαφοροποιήσεων, με σημαντικότερη εκείνη μεταξύ του παραγωγικού ή δημιουργικού καπιταλιστή σαν τον “παραγωγό” του “πραγματικού” πλούτου που απασχολεί τους σκληρά εργαζόμενους και δημιουργικούς ανθρώπους, και του χρηματοπιστωτικού ή παρασιτικού καπιταλιστή ο οποίος φτιάχνει την περιουσία του κερδοσκοπώντας με το χρήμα σε βάρος της βιομηχανίας και των εργατών. Εδώ, η διάκριση μεταξύ, αφενός, αξίας χρήσης (και συγκεκριμένης εργασίας) και, αφετέρου, ανταλλακτικής αξίας (και αφηρημένης εργασίας), συμπεριλαμβανομένης της εκδήλωσης της αξίας με την μορφή του χρήματος, εμφανίζεται στην μορφή διακριτών προσωπικοτήτων – θέτοντας τον δημιουργικό βιομηχανικό καπιταλιστή ενάντια στον παρασιτικό τραπεζίτη και κερδοσκόπο. Από εκεί αναδύεται, συνεπώς, η ιδέα ότι ο καπιταλισμός έχει διαβρωθεί από τα χρηματοπιστωτικά συμφέροντα. Ο χρηματοπιστωτισμός μετατρέπει τον καπιταλισμό σε ένα καζίνο που γυρνά τον παγκόσμιο τροχό της τύχης εις βάρος της εθνικής βιομηχανίας, του εθνικού πλούτου, του εθνικού εργάτη και της εθνικής αρμονίας.

Κατ’ αυτή την άποψη, το φετίχ του κεφαλαίου, το οποίο εκδηλώνεται στην μορφή του χρήματος ως η “πιο ανούσια, ακατανόητη μορφή” του πλούτου, εκφράζει τη συνειδητή δραστηριότητα και θέληση των τραπεζιτών, των χρηματοοικονομικών συμβούλων και των κερδοσκόπων. Δηλαδή, μια καθορισμένη μορφή κοινωνικών σχέσεων εκδηλώνεται με την μορφή της κίνησης των νομισμάτων και ύστερα, υπό το ξόρκι αυτής της νομισματικής κίνησης, εξεγείρεται ενάντια στις προσωποποιήσεις ενός κόσμου που κυβερνάται από νομίσματα. Η εξατομικευμένη κριτική του κεφαλαίου ταυτοποιεί τον “κακό” αυτής της αδικημένης κοινωνίας και τον αποκαλεί έναν έμπορο της απληστίας. Πρέπει να γίνει κάτι για χάρη της απασχόλησης και της βιομηχανίας. Μπορεί να γίνει κάτι! Η εξατομικευμένη κριτική των καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων είναι εξ αρχής ευάλωτη σε κατάχρηση. Σκέφτεται σύμφωνα με τη λογική της επίρριψης κατηγοριών και καταδικάζει την πλευρά που ταυτοποιεί σαν μια δύναμη η οποία κρύβεται πίσω από τα οικονομικά φαινόμενα, που απομυζά τη ζωή από την εθνική κοινότητα των σκληρά εργαζομένων ανθρώπων. Αυτή η ταυτοποίηση του υποκειμένου της εξαθλίωσης οδηγεί στην καταδίκη της κοινωνίας της παγκόσμιας αγοράς του κεφαλαίου σαν ένα δίκτυο χρήματος και εξουσίας που επιβάλλεται με καταστροφική ορμή στον εθνικό λαό ο οποίος έτσι εμφανίζεται σαν το θύμα των κοσμοπολιτών εμπόρων. Η σύγχρονη ιδέα ότι ο λεγόμενος νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός προήλθε από μια συμφωνία μεταξύ χρήματος και πολιτικής εξουσίας στην Ουάσινγκτον, η λεγόμενη συναίνεση της Ουάσινγκτον, υποστηρίζει, τουλάχιστον μέσω συνεπαγωγών, εκείνη την ιδέα της συνομωτικής κατασκευής μιας παγκόσμιας οικονομίας ηγούμενης από τον χρηματοπιστωτισμό η οποία, υποστηριζόμενη από την πολιτική και στρατιωτική δύναμη των ΗΠΑ, εκμεταλλεύεται τα έθνη ανά την υφήλιο».

Leave a Reply

Please log in using one of these methods to post your comment:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s